Πριν λίγες μέρες, ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου, σε συνέντευξη που παραχώρησε, ανέφερε ότι: «Ούτε πουλί δεν θα πετά στο Αιγαίο χωρίς την άδεια της Τουρκίας».
Οι εθνικιστικές κορώνες της Άγκυρας όσο και αν θεωρηθεί ότι εντάσσονται στο επικοινωνιακό πεδίο εν όψει εκλογών, καταδεικνύουν τη μακροχρόνια στρατηγική του εξαναγκασμού και των εκβιασμών που έχει υιοθετήσει η Τουρκία απέναντι στη χώρα μας, με στόχο την υλοποίηση των αντικειμενικών της σκοπών, ενδεχομένως χωρίς να προβληθεί αντίσταση.
Την περίοδο 1963-64, ο Γ. Παπανδρέου με αφορμή το Κυπριακό και αναφερόμενος στο ενδεχόμενο η Τουρκία να εισβάλει στη Μεγαλόνησο, είχε δηλώσει ότι «αν ανοίξει η πόρτα του φρενοκομείου, είμαστε υποχρεωμένοι να εισέλθωμεν». Στη συνέχεια όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις διακήρυσσαν ότι αν η Τουρκία επιχειρούσε στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο, θα είχε να αντιμετωπίσει την Ελλάδα. Παρ΄ όλα αυτά στην κρίση του 1974, αποτροπή δεν υπήρξε και η Τουρκία εισέβαλε και ακρωτηρίασε εδαφικά τη μισή Κύπρο.
Δυο μέρες πριν τις δηλώσεις Τσαβούσογλου, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά την ολοκλήρωση της επιθεώρησης του στόλου προέβη σε δηλώσεις αποφασιστικότητας υπεράσπισης της εθνικής μας κυριαρχίας και ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δεν πρόκειται να ανεχθούμε, οιαδήποτε αμφισβήτηση και πολύ περισσότερο, οιαδήποτε προσβολή των συνόρων μας και της εθνικής μας κυριαρχίας. Έχουμε αποδείξει, ως λαός και ως Έθνος, ότι αυτό το κάνουμε πράξη κάθε φορά που το εθνικό μας χρέος το απαιτεί». Οι δηλώσεις αυτές καταδεικνύουν την πολιτική βούληση από την ελληνική πλευρά για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής και υπενθυμίζουν στην Τουρκία ότι η ανεκτικότητα από την πλευρά μας έχει όρια. Για να καταστεί όμως η αποτροπή αποτελεσματική, πρέπει να πειστεί η Άγκυρα ότι οι δηλώσεις που γίνονται από την πλευρά μας δεν εντάσσονται στο επικοινωνιακό πεδίο. Η προσπάθεια να πειστεί η Τουρκία να μην πραγματοποιήσει τα σχέδια της βασίζεται στην ύπαρξη αποτροπής, η οποία απαιτείται να είναι αξιόπιστη από την πλευρά της Άγκυρας και όχι από τη δικιά μας.
Τρία στοιχεία συνθέτουν την αξιοπιστία της απειλής και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την αποτελεσματικότητα της αποτροπής:
– Να πειστεί η Τουρκία ότι η απειλή των αντιποίνων είναι πράγματι αξιόπιστη και είναι δυνατόν να υλοποιηθεί. Όποια και αν είναι η ρητορική που αναπτύσσεται από τη χώρα μας, η εκτίμηση της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής γίνεται από την Τουρκία, η οποία αναλογιζόμενη το κόστος σε σχέση με τα προσδοκώμενο όφελος, την οδηγεί στην οποιαδήποτε απόφαση.
– Να υπάρχει η απαραίτητη στρατιωτική ισχύς ούτως ώστε να είναι δυνατόν η πραγματοποίηση ΚΑΤ΄ ΕΛΑΧΙΣΤΟΝ ισοδύναμης ανταπόδοσης. Η Ελλάδα διαθέτει μια αξιόπιστη αποτρεπτική δύναμη και αν απαιτηθεί οι Ε.Δ. έχουν τη δυνατότητα να προασπίσουν την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας και να ακυρώσουν την προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων εκ μέρους της Τουρκίας.
– Να μην υπάρχουν αμφιταλαντεύσεις και να πειστεί η Τουρκία ότι οι δηλώσεις που γίνονται για εκτόξευση αντιποίνων είναι βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθούν. Η πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα πρέπει να είναι σαφείς και απόλυτες. Δηλώσεις που γίνονται από κυβερνητικούς αξιωματούχους όπως: «Δώσαμε εντολή στους πιλότους μας να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους», «Τι θέλετε να κάνουμε πόλεμο;», «Η Τουρκία δεν ξεπέρασε τις κόκκινες γραμμές», μεταφέρουν λάθος μηνύματα και ενισχύουν τον αναθεωρητισμό της απέναντι πλευράς.