Η Εκκλησία μας σήμερα, μέσα από το Ευαγγελικό ανάγνωσμα, βιώνει την Σταύρωση του Κυρίου και μνημονεύει τη μετάνοια του ευγνώμονος Ληστού.
Σύμφωνα με το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο ΙΕ'(15) 16-41 οι στρατιώτες έφεραν τον Ιησού δέσμιο στην εσωτερική αυλή και φώναξαν όλη τη φρουρά. Έντυσαν τον Κύριο με κόκκινο μανδύα, Του φόρεσαν ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι σαν στέμμα, Τον ασπάζονταν κοροϊδευτικά και Τον χτυπούσαν λέγοντας «χαῖρε ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων». Αφού Τον περιέπαιξαν αρκετά, Του φόρεσαν ξανά τα ρούχα Του και κουβαλώντας τον Σταυρό τον οδήγησαν προς τον Γολγοθά που στα ελληνικά σημαίνει «Κρανίου Τόπος». Του έδωσαν να πιεί κρασί ανακατεμένο με αναισθητικό αλλά Εκείνος δεν δέχτηκε. Έτσι, Τον σταύρωσαν κατά τις εννέα η ώρα το πρωί και τράβηξαν κλήρο για να μοιραστούν τα ρούχα Του. Οι περαστικοί Τον ειρωνεύονταν και Τον λοιδορούσαν. Μαζί με τον Κύριο σταυρώθηκαν και δύο ληστές, ένας στα δεξιά και ένας στα αριστερά Του.
Όταν πήγε δώδεκα το μεσημέρι, ο ουρανός σκοτείνιασε σε όλη τη γη μέχρι τις τρεις το απόγευμα και ο Ιησούς στις τρεις η ώρα κραυγάζοντας δυνατά είπε: «ὁ Θεός μου ὁ Θεός μου, εἰς τί με ἐγκατέλιπες;».Τότε έτρεξε ένας στρατιώτης, βούτυξε το σφουγγάρι στο ξύδι, Του έδωσε να πιεί λέγοντάς ειρωνικά, «ἄφετε ἴδωμεν εἰ ἔρχεται ᾿Ηλίας καθελεῖν αὐτόν» και ο Κύριος ξεψύχησε. Ωστόσο, ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται στην ακήρατη πλευρά Του και ρέει από αυτή αίμα και νερό. Κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία και ζητά από τον Πιλάτο το σώμα του Χριστού. Τον αποκαθηλώνουν από το Σταυρό, μυρώνουν το σώμα Του, το τυλίγουν με σεντόνι και αφού Τον τοποθέτησαν σε καινούργιο μνήμα, κυλούν στην είσοδό του ένα μεγάλο λίθο.
Ο Κύριος, αν και ήταν Σταυρωμένος και εξουθενωμένος από τα φρικτά και σωτήρια για εμάς Πάθη, έδειξε την δύναμη της θείας φύσης Του πάνω στο Σταυρό με φιλάνθρωπες ενέργειες, αφού, άνοιξε τον Παράδεισο και μετά έβαλε μέσα τον μετανοημένο Ληστή λέγοντας του:«Σέ βεβαιώνω πώς σήμερα κιόλας θά εἶσαι μαζί μου στον παράδεισο». Ο Ληστής αξιώθηκε της σωτηρίας από τον Ιησού, διότι, παρ’ όλο που ο όχλος των Ιουδαίων Τον ειρωνευόταν, εκείνος με ταπείνωση και ευγνωμοσύνη είπε πάνω στο σταυρό το «Μνήσθητι μου Κύριε ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Αν και δεν γνώριζε την Βασιλεία των Ουρανών, ούτε είχε δει κάποιο από τα θαύματά Του για να πιστέψει, Τον αναγνώρισε ως Βασιλέα παρά τις κατηγορίες του Ιουδαϊκού ιερατείου. Η στάση του Ληστή που ειρωνευόταν τον Κύριο πάνω στο Σταυρό υπήρξε επικριτέα από τον Ληστή που κέρδισε μια θέση στον Παράδεισο, τη στιγμή μάλιστα που τον ρώτησε «οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν;».Έτσι, αν και οι δύο Ληστές βρίσκονταν πάνω στο σταυρό λόγω των κακών πράξεών τους, δεν είχαν την ίδια κατάληξη. Η ομολογία πίστεως και η ταπείνωση ήταν αυτά που οδήγησαν τον ένα Ληστή να ελεηθεί από τον Κύριο, να ξεπλύνει τις αμαρτίες του και τελικά να δικαιωθεί στην Ουράνια Βασιλεία Του.Το παράδειγμα του Ληστή, μας διδάσκει ότι πρέπει να είμαστε συμπονετικοί με τους συνανθρώπους μας, να μην τους επιρρίπτουμε κατηγορίες, αλλά να υπομένουμε μαζί τους τις θλίψεις και να ζητάμε το έλεος του Θεού και για εμάς και για εκείνους.
Απολυτίκιο:
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.
Σας εύχομαι να βιώσετε ολόκληρη την σταυρική πορεία και την Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου στον Εσπερινό της Μ. Παρασκευής, προσδοκώντας την βέβαιη Ανάστασή Του!
Νικολαΐδου Παναγιώτα, τελειόφοιτη τμήματος Θεολογίας Ε.Κ.Π.Α.